Γραφικές ύλες της αρχαίας Ελλάδας
Όταν ακούει κανείς για γραπτά κείμενα στην αρχαία Ελλάδα, σκέπτεται συνήθως επιγραφές σε μάρμαρο ή συγγράμματα γραμμένα σε παπύρους ή περγαμηνές. Υπήρχαν όμως και κείμενα γραμμένα επί ποικίλης ύλης. Οι νόμοι του Σόλωνα π.χ. είχαν γραφεί σε ξύλινους κυλίνδρους, που ονομάζονταν «άξονες», καθώς και σε τριγωνόμορφες πινακίδες, τις «κύρβεις» που είχαν στηθεί πάνω στην Ακρόπολη. Ο Πλίνιος κάνει λόγο για επιγραφές χαραγμένες σε πλάκες μολύβδου, σώθηκε δε και μια πλάκα ανεπίγραφη χαλκού και άλλη σιδήρου (Ι.G.Α.321και322). Ο Ιώσηπος αναφέρει μολύβδινους χάρτες και ο Πλούταρχος ιστορεί ότι η ποιήτρια Αριστομάχη αφιέρωσε στους Δελφούς σύγγραμμα, που είχε μορφή μεταλλικού ειληταρίου. Άλλη χάλκινη πινακίδα βρέθηκε στην Ολυμπία με χαραγμένο επάνω τις ένα κείμενο συνθήκης, που έγινε μεταξύ Ηλείων και αντιπάλων τους. Χαράζονταν ακόμη επιγραφές πάνω σε πήλινες πλάκες (επί κεράμου), σε δέρματα, σε θαλασσινά όστρακα και σε οστά. Αλλά και πάνω σε ελάσματα χρυσού χαράσσονταν κείμενα, όπως π.χ. στα ορφικά χρυσά πλακίδια, τα γνωστά τόσο από την Κρήτη όσο και από την Ιταλία. Ως καθαρή όμως, Ελληνική επινόηση μπορούν να θεωρηθούν οι ξύλινες πινακίδες, οι επαλειμμένες με κερί. Οι πινακίδες αυτές επέτρεπαν τη συνεχή επανεγγραφή κειμένων μετά την απόσβεσή τους, γι’ αυτό και τις χρησιμοποιούσαν κυρίως οι μαθητές για εξάσκηση. Όλες αυτές οι πληροφορίες προκύπτουν από τη μελέτη των φιλολογικών και των επιγραφικών πηγών. Από τις επιγραφές έχουμε και την πληροφορία ότι οι βιβλιοθηκάριοι των αρχαίων ελληνικών βιβλιοθηκών ονομάζονταν γραμματείς και επιμελητές των βιβλιοφυλακίων.
Επ. Βρανόπουλου -Δρα Ιστορικού – Αρχαιολόγου [Αναδημοσίευση από το περιοδικό Αρχαιολογία]
Όταν ακούει κανείς για γραπτά κείμενα στην αρχαία Ελλάδα, σκέπτεται συνήθως επιγραφές σε μάρμαρο ή συγγράμματα γραμμένα σε παπύρους ή περγαμηνές. Υπήρχαν όμως και κείμενα γραμμένα επί ποικίλης ύλης. Οι νόμοι του Σόλωνα π.χ. είχαν γραφεί σε ξύλινους κυλίνδρους, που ονομάζονταν «άξονες», καθώς και σε τριγωνόμορφες πινακίδες, τις «κύρβεις» που είχαν στηθεί πάνω στην Ακρόπολη. Ο Πλίνιος κάνει λόγο για επιγραφές χαραγμένες σε πλάκες μολύβδου, σώθηκε δε και μια πλάκα ανεπίγραφη χαλκού και άλλη σιδήρου (Ι.G.Α.321και322). Ο Ιώσηπος αναφέρει μολύβδινους χάρτες και ο Πλούταρχος ιστορεί ότι η ποιήτρια Αριστομάχη αφιέρωσε στους Δελφούς σύγγραμμα, που είχε μορφή μεταλλικού ειληταρίου. Άλλη χάλκινη πινακίδα βρέθηκε στην Ολυμπία με χαραγμένο επάνω τις ένα κείμενο συνθήκης, που έγινε μεταξύ Ηλείων και αντιπάλων τους. Χαράζονταν ακόμη επιγραφές πάνω σε πήλινες πλάκες (επί κεράμου), σε δέρματα, σε θαλασσινά όστρακα και σε οστά. Αλλά και πάνω σε ελάσματα χρυσού χαράσσονταν κείμενα, όπως π.χ. στα ορφικά χρυσά πλακίδια, τα γνωστά τόσο από την Κρήτη όσο και από την Ιταλία. Ως καθαρή όμως, Ελληνική επινόηση μπορούν να θεωρηθούν οι ξύλινες πινακίδες, οι επαλειμμένες με κερί. Οι πινακίδες αυτές επέτρεπαν τη συνεχή επανεγγραφή κειμένων μετά την απόσβεσή τους, γι’ αυτό και τις χρησιμοποιούσαν κυρίως οι μαθητές για εξάσκηση. Όλες αυτές οι πληροφορίες προκύπτουν από τη μελέτη των φιλολογικών και των επιγραφικών πηγών. Από τις επιγραφές έχουμε και την πληροφορία ότι οι βιβλιοθηκάριοι των αρχαίων ελληνικών βιβλιοθηκών ονομάζονταν γραμματείς και επιμελητές των βιβλιοφυλακίων.
Επ. Βρανόπουλου -Δρα Ιστορικού – Αρχαιολόγου [Αναδημοσίευση από το περιοδικό Αρχαιολογία]
Ασπίδα. Το πρώτο μυστικό όπλο των Ελλήνων
Η ασπίδα απετέλεσε αχώριστο σύντροφο του Έλληνα πολεμιστή από την στιγμή της υιοθέτησής της. Οι πρώτες γνωστές ελληνικές ασπίδες ήταν οι πυργόσχημες ασπίδες, όπως αυτές που εικονίζονται στην περίφημη τοιχογραφία της νηοπομπής από το Ακρωτήρι της Θήρας (18ος αιώνας π.Χ.). Ακολούθησε η περίφημη μυκηναϊκή οκτώσχημη, η οποία σηματοδότησε πραγματική επανάσταση στον τομέα της τακτικής και η οποία αποτελεί την γενεσιουργό αιτία της οπλιτικής φάλαγγας. Το Εργαστήριο Εφαρμοσμένης Μηχανικής του Πανεπιστημίου Πατρών προχώρησε σε μια μελέτη βασισμένη στην ομηρική περιγραφή περί της ασπίδας του Αχιλλέα και του Αίαντα του Τελαμώνιου, η οποία είχε ως σκοπό να ανιχνεύσει την αντοχή των περιγραφομένων ασπίδων. Την εποπτεία του πειράματος είχε ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Πατρών Στεφ. Παϊπέτης.
Η ασπίδα του Αχιλλέα, βάσει της ομηρικής περιγραφής, ήταν κατασκευασμένη από πέντε στρώσεις μετάλλων, δύο εξωτερικά από ορείχαλκο, δύο από μαλακό κασσίτερο και μιας από χρυσό. Η επιλογή των υλικών δεν έγινε τυχαία, όπως απέδειξε το σύγχρονο πείραμα. Τα στρώματα του ορειχάλκου αποτελούσαν το σκληρό «κέλυφος» της ασπίδας, ενώ τα στρώματα των μαλακών μετάλλων, χρυσού και κασσίτερου αποτελούσαν το στρώμα απορρόφησης της κινητικής ενέργειας των εχθρικών βλημάτων. Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου Πατρών δημιούργησαν ένα λογισμικό υπόδειγμα. Κατ’ αρχήν υπολόγισαν την κινητική ενέργεια που παράγει ένας σύγχρονος πρωταθλητής του ακοντισμού, όταν εξακοντίζει το ακόντιο του. Κατόπιν προσάρμοσαν το ποσό ενεργείας επί του λογισμικού τους υποδείγματος. Το συμπέρασμα δε στο οποίο κατέληξαν επιβεβαιώνει απολύτως την ομηρική περιγραφή, σύμφωνα με την οποία όταν οι Τρώες Έκτωρ και Αστεροπαίος εξακόντισαν τα ακόντια τους κατά του Αχιλλέα, η ασπίδα του τελευταίου απορρόφησε τα πλήγματα, χωρίς να τρυπηθεί. Και το λογισμικό υπόδειγμα επίσης δεν τρυπήθηκε, αλλά οι στρώσεις των διαφορετικών υλικών του απορρόφησαν το πλήγμα. Ο καθηγητής Παϊπέτης υπολόγισε ότι το πάχος του κάθε στρώματος δεν ήταν μεγαλύτερο του 1mm, έτσι ώστε το συνολικό πάχος της μεταλλικής επένδυσης της ασπίδας να μην ξεπερνά τα 5mm μειώνοντας δραματικά το βάρος και αυξάνοντας τη χρηστικότητά της.
Όσον αφορά την ασπίδα του Αίαντα Τελαμώνιου, η ομηρική περιγραφή ήθελε την πυργόσχημη ασπίδα του κατασκευασμένη από επτά στρώσεις δερμάτων βοδιών και μια εξωτερική στρώση ορειχάλκου. Στην περίπτωση αυτή οι ερευνητές του Πανεπιστημίου Πατρών κατασκεύασαν ένα υπόδειγμα της ασπίδας, χρησιμοποιώντας τα ίδια υλικά. Κατόπιν με την βοήθεια αεροβόλου όπλου βλήθηκε κατά της ασπίδας ορειχάλκινο βλήμα. Το αεροβόλο όπλο προσέδιδε στο βλήμα την απαραίτητη κινητική ενέργεια, την ανάλογη με αυτή με την οποία ένας σύγχρονος πρωταθλητής του ακοντισμού θα εκτόξευε το ακόντιό του. Το αποτέλεσμα ήταν πράγματι εκπληκτικό. Το βλήμα σταματήθηκε στο έβδομο στρώμα δέρματος, ακριβώς όπως ανέφερε ο Όμηρος ότι συνέβη όταν ο Αινείας έριξε το ακόντιο του κατά του Αίαντα στην μεταξύ τους συμπλοκή! Αποδείχτηκε λοιπόν ότι οι Έλληνες τεχνίτες, από τους μυκηναϊκούς τουλάχιστον χρόνους είχαν γνώση της αντοχής των υλικών, σε βαθμό να τοποθετούν το κάθε υλικό, ώστε και το βάρος να μειώνουν και την αντοχή να μεγιστοποιούν. Η αρχή αυτή διατηρήθηκε και στις μεταγενέστερες αργολικές ασπίδες, οι οποίες άλλωστε αποτελούσαν εξέλιξη της ασπίδας του Αχιλλέα. Και αυτές ήταν κατασκευασμένες από ξύλινο σκελετό, επί του οποίου επιστρωνόταν φύλλα μετάλλου.
του Παντελή Καρύκα
Η ασπίδα απετέλεσε αχώριστο σύντροφο του Έλληνα πολεμιστή από την στιγμή της υιοθέτησής της. Οι πρώτες γνωστές ελληνικές ασπίδες ήταν οι πυργόσχημες ασπίδες, όπως αυτές που εικονίζονται στην περίφημη τοιχογραφία της νηοπομπής από το Ακρωτήρι της Θήρας (18ος αιώνας π.Χ.). Ακολούθησε η περίφημη μυκηναϊκή οκτώσχημη, η οποία σηματοδότησε πραγματική επανάσταση στον τομέα της τακτικής και η οποία αποτελεί την γενεσιουργό αιτία της οπλιτικής φάλαγγας. Το Εργαστήριο Εφαρμοσμένης Μηχανικής του Πανεπιστημίου Πατρών προχώρησε σε μια μελέτη βασισμένη στην ομηρική περιγραφή περί της ασπίδας του Αχιλλέα και του Αίαντα του Τελαμώνιου, η οποία είχε ως σκοπό να ανιχνεύσει την αντοχή των περιγραφομένων ασπίδων. Την εποπτεία του πειράματος είχε ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Πατρών Στεφ. Παϊπέτης.
Η ασπίδα του Αχιλλέα, βάσει της ομηρικής περιγραφής, ήταν κατασκευασμένη από πέντε στρώσεις μετάλλων, δύο εξωτερικά από ορείχαλκο, δύο από μαλακό κασσίτερο και μιας από χρυσό. Η επιλογή των υλικών δεν έγινε τυχαία, όπως απέδειξε το σύγχρονο πείραμα. Τα στρώματα του ορειχάλκου αποτελούσαν το σκληρό «κέλυφος» της ασπίδας, ενώ τα στρώματα των μαλακών μετάλλων, χρυσού και κασσίτερου αποτελούσαν το στρώμα απορρόφησης της κινητικής ενέργειας των εχθρικών βλημάτων. Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου Πατρών δημιούργησαν ένα λογισμικό υπόδειγμα. Κατ’ αρχήν υπολόγισαν την κινητική ενέργεια που παράγει ένας σύγχρονος πρωταθλητής του ακοντισμού, όταν εξακοντίζει το ακόντιο του. Κατόπιν προσάρμοσαν το ποσό ενεργείας επί του λογισμικού τους υποδείγματος. Το συμπέρασμα δε στο οποίο κατέληξαν επιβεβαιώνει απολύτως την ομηρική περιγραφή, σύμφωνα με την οποία όταν οι Τρώες Έκτωρ και Αστεροπαίος εξακόντισαν τα ακόντια τους κατά του Αχιλλέα, η ασπίδα του τελευταίου απορρόφησε τα πλήγματα, χωρίς να τρυπηθεί. Και το λογισμικό υπόδειγμα επίσης δεν τρυπήθηκε, αλλά οι στρώσεις των διαφορετικών υλικών του απορρόφησαν το πλήγμα. Ο καθηγητής Παϊπέτης υπολόγισε ότι το πάχος του κάθε στρώματος δεν ήταν μεγαλύτερο του 1mm, έτσι ώστε το συνολικό πάχος της μεταλλικής επένδυσης της ασπίδας να μην ξεπερνά τα 5mm μειώνοντας δραματικά το βάρος και αυξάνοντας τη χρηστικότητά της.
Όσον αφορά την ασπίδα του Αίαντα Τελαμώνιου, η ομηρική περιγραφή ήθελε την πυργόσχημη ασπίδα του κατασκευασμένη από επτά στρώσεις δερμάτων βοδιών και μια εξωτερική στρώση ορειχάλκου. Στην περίπτωση αυτή οι ερευνητές του Πανεπιστημίου Πατρών κατασκεύασαν ένα υπόδειγμα της ασπίδας, χρησιμοποιώντας τα ίδια υλικά. Κατόπιν με την βοήθεια αεροβόλου όπλου βλήθηκε κατά της ασπίδας ορειχάλκινο βλήμα. Το αεροβόλο όπλο προσέδιδε στο βλήμα την απαραίτητη κινητική ενέργεια, την ανάλογη με αυτή με την οποία ένας σύγχρονος πρωταθλητής του ακοντισμού θα εκτόξευε το ακόντιό του. Το αποτέλεσμα ήταν πράγματι εκπληκτικό. Το βλήμα σταματήθηκε στο έβδομο στρώμα δέρματος, ακριβώς όπως ανέφερε ο Όμηρος ότι συνέβη όταν ο Αινείας έριξε το ακόντιο του κατά του Αίαντα στην μεταξύ τους συμπλοκή! Αποδείχτηκε λοιπόν ότι οι Έλληνες τεχνίτες, από τους μυκηναϊκούς τουλάχιστον χρόνους είχαν γνώση της αντοχής των υλικών, σε βαθμό να τοποθετούν το κάθε υλικό, ώστε και το βάρος να μειώνουν και την αντοχή να μεγιστοποιούν. Η αρχή αυτή διατηρήθηκε και στις μεταγενέστερες αργολικές ασπίδες, οι οποίες άλλωστε αποτελούσαν εξέλιξη της ασπίδας του Αχιλλέα. Και αυτές ήταν κατασκευασμένες από ξύλινο σκελετό, επί του οποίου επιστρωνόταν φύλλα μετάλλου.
του Παντελή Καρύκα